Ως ερριμμένοι, όπως θα ‘λεγε και ο Heidegger, βρισκόμαστε μέσα σε έναν κόσμο που δεν δημιουργήσαμε οι ίδιοι και συνθήκες που δεν ρυθμίζονται από εμάς, προσγειώνουν στην πραγματικότητα έναν εαυτό που περιορίζεται πολύ, αφού στ’ αλήθεια δεν είναι ελεύθερος. Η μεταμόρφωση θυμίζει την μετάνοια, την μεταμέλεια κ.ο.κ.. Όμως η μεταμέλεια δεν […]
Εκκλησία
Το ερωτηματικό θα μας έδινε την δυνατότητα να ελπίζουμε σε κατάφαση. Η άρνηση δημιουργεί εκτός από ενοχές τραύματα. Η βεβαιότητα της άρνησης είναι κάτι πολύ χειρότερο. Δείχνει να αποτελεί την καταπάτηση της ελευθερίας, αφού η απουσία της ελευθερίας προκαθορίζει τα πράγματα. Ενδέχεται να μην έχουμε γνώση του Θεού οι χριστιανοί. […]
Κυριακή των Πατέρων της Α’ Οικουμενικής Συνόδου στη Νίκαια της Βιθυνίας (325 μ.Χ.). Οι Πατέρες της Εκκλησίας. Οι φωνέςάσκησης μιας αυτοσυνειδησίας εκκλησιολογικής, βασισμένης στον λόγο και στην ζωή της Εκκλησίας. Βασισμένες στηνπαράδοση της. Όχι σε κάτι νεωτερικό, κάτι που έρχεται σε ρήξη με το παρελθόν, αλλά κάτι που διαφυλάττει την αλήθεια τωνπραγμάτων. Οι Πατέρες της Εκκλησίας, όλων των Οικουμενικών Συνόδων, δεν ενεργούσαν κατά τον εαυτό τους. Η αυθεντικότητα τουευαγγελικού λόγου που πήγαζε από το πρόσωπο του Χριστού και την σχέση των τριών προσώπων της Αγίας Τριάδος ήταναδύνατο να αμφισβητηθεί. Βέβαια, εάν εισερχόταν σε περιπέτειες εμπειρισμού και νοησιαρχίας, ασφαλώς και δεν θα είχε καμίατύχη. Εκείνο που ήταν αυτός ο λόγος δεν ερμηνευόταν. Αποτελούσε εμπειρία, ένα διαρκές βίωμα. Εξάλλου, το δόγμα τηςΕκκλησίας είναι η ίδια η ζωή της, η εμπειρία που αποκτάται μέσα από την κατάφαση του ανθρώπου σε έναν Θεό που συνεχώςεκπλήττει και εκπλήττεται. Αυτοί οι Πατέρες πέρα από το γεγονός ότι κατάφεραν να διαφυλάξουν την αλήθεια της εμπειρίας, ως μετοχή στο γεγονός τηςμύησης στην αποκεκαλυμμένη αλήθεια, για την εποχή τους υπήρχαν απίστευτα πολύ μπροστά. Δεν χωράει οπισθοδρόμησηστους Πατέρες. Είναι ξένη η λέξη αυτή για τους Πατέρες. Το μαρτυρούν τα κείμενα τους, η δράση τους, η διδασκαλία τους. Ηπατερική διδασκαλία αποτελούσε για την εποχή τους την πιο προοδευτική κίνηση του λόγου. Φυσικά, για τα δεδομένα τηςεποχής εκείνης. Ένας λόγος σε διαρκή κίνηση, ποτέ σε ακινησία. Πάντοτε μεταβαλλόμενος ως προς το ύφος, τις ανάγκες, ποτέόμως ως προς την ουσία, την αλήθεια του. Ιδιαίτερα οι λόγοι του αγίου Ιωάννη Χρυσοστόμου και Μ. Βασιλείου αποτελούσανκοινωνικό μανιφέστο για την κοινωνία εκείνης της εποχής, όσο κι αν επιχειρείται από αριστερούς κύκλους η διεκδίκηση μιαςτέτοιας πρωτοτυπίας. Διαβάζοντας κάποιος τα κείμενα των Πατέρων του δημιουργείται μία αίσθηση. Αυτή η αίσθηση δεν έχει χρονικά όρια. Υπάρχουνως έργα, όχι για να μας θυμίσουν ένα ένδοξο παρελθόν ή να υμνήσουν μία ανεπανάληπτη εποχή, αλλά υπάρχουν ως διαχρονικάέργα που ταξιδεύουν σε όλες τις εποχές και απευθύνονται σε όλους τους ανθρώπους. Δεν μπορούμε όμως να τους αφήσουμεεκεί. Ούτε απλά να τους φέρουμε στην εποχή μας, αντιμετωπίζοντας τους ως κάτι το ιδανικό μιας ιερής εποχής. Σ’ αυτή τηνπερίπτωση δεν διαφέρουν σε τίποτε από ένα μουσειακό έκθεμα και το μουσειακό έκθεμα προκαλεί θαυμασμό και συγκίνησηεπειδή κάποτε υπήρχε και σήμαινε ένα ένδοξο και λαμπρό παρελθόν. Τέτοιους Πατέρες δεν τους έχει ανάγκη ο κόσμος. Θέλουμε τους Πατέρες απαγκιστρωμένους από το ηρωικό παρελθόν και όχιαγκυλωμένους σε μία κλειστή εποχή που πέρασε. Να τους αγγίξουμε. Να αφήσουμε τον λόγο τους να δημιουργήσει νέεςενσαρκώσεις, σε νέους αναδυόμενους περιβάλλοντες χώρους, σε κοινωνικά δεδομένα που δημιουργούν αποσύνθεση. Εκεί ναέρθει και να ντυθεί ο λόγος την εποχή, την κάθε εποχή, την κοινωνία, την κάθε κοινωνία. Να ξεπεραστεί ο πατερικόςφονταμενταλισμός, δραπετεύοντας από την στείρα εμμονή στα πατερικά κείμενα, εμμονή που εκφράζει τον συντηρητισμό. Δενέχει σημασία για την νοηματοδότηση του κόσμου τι είπαν οι Πατέρες μόνο, αλλά πως ο λόγος αυτός θα έρθει στις μεταφυσικέςαγωνίες της εποχής, δημιουργώντας σύγχρονο μεταφυσικό οπτιμισμό και πλήρωση της ανθρώπινης ύπαρξης και ανάδειξη τηςιερότητας του ανθρωπίνου προσώπου από τα αδιέξοδα της τραγικότητας που δημιουργεί ο θάνατος ως αδημιούργητος και‘’αφύσικος’’ κατά άγιο Γρηγόριο Νύσσης. Δεν έχουμε ανάγκη από μία στείρα επανάληψη των πατερικών λόγων, ούτε μία επίμονη υπενθύμιση των έργων τους. Αυτά πώςθα διακονήσουν το ανθρώπινο πρόσωπο; Επαναλαμβάνοντας τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς ανακαλούμε την σκιά τωνπραγμάτων. Το ζήτημα είναι πως θα εμπνευστούμε από την αλήθεια που έχει εσχατολογική αναφορά (‘’σκιά-εικόνα-αλήθεια’’ κατά όσιο Μάξιμο Ομολογητή). Ο καθηγητής Δρ. Φιλοσοφίας και Δρ. Θεολογίας και συντοπίτης Ιωάννης Πλεξίδας προβαίνει σεσυνέντευξη του σε μία καταλυτική επισήμανση: ‘’Η υπέρβαση της πατερικής σκέψης δεν σημαίνει την άρνηση ή την απόρριψήτης, αλλά τη δυναμική αφομοίωσή της. Πρόκειται για ένα άνοιγμα στην προοπτική του σήμερα ή καλύτερα, στην προοπτική τουαύριο. Όσο ιερό και αν είναι το παρελθόν, γεγονός το οποίο δεν αμφισβητείται, δεν μπορεί και δεν πρέπει να ανάγεται σεαντικείμενο απόλυτου θαυμασμού. Θεωρώ ότι ο μητροπολίτης Περγάμου επιδιώκει την έξοδο της σύγχρονης ορθόδοξηςθεολογίας από μια κακώς νοούμενη παραδοσιοκρατία, η οποία εμποδίζει και αποθαρρύνει κάθε καινούργια και ανανεωτικήδημιουργική προσπάθεια. Είναι προφανές ότι επιθυμεί τον απεγκλωβισμό της σύγχρονης θεολογικής σκέψης από το παρελθόν’’. Η θεολογία σήμερα δεν μπορεί να αναλώνεται στον διχασμό που δημιουργούν όσοι επιμένουν στην υπενθύμιση των Πατέρων ωςπολέμιων των αιρετικών. Οι Πατέρες είναι πολλά περισσότερα. Και ο λόγος τους δεν εγκλωβίζεται στο παρελθόν. Έχειδυναμική. Έρχεται από πολύ μακριά για να διαμορφώσει τις εξελίξεις, αλλά περισσότερο για να δημιουργήσει καταστάσεις πουθα διαμορφώσουν εξελίξεις. Δεν είναι μουσειακό κατάλοιπο μιας ευλογημένης και ανέγγιχτης εποχής. Αρκετά με τηνπαραδοσιοκρατία που έχει εισβάλλει και αλλοιώνει το εκκλησιαστικό πνεύμα. Οφείλουμε να διαφυλάξουμε και να ερμηνεύσουμετην εποχή μας μέσα από συνθέσεις και απαγκίστρωση από το αυστηρό πνεύμα της ερμηνείας των Πατέρων. Έχοντας πάντα στοννου μας πως όσα έγινε ο Θεός, έγινε για το ανθρώπινο πρόσωπο και την διαφύλαξη της ιερότητας του. ‘’Δεν υπεισερχόμεθα εις διάλογον επί των αυτονοήτων και πατροπαραδότων… Δεν θα επιτρέψωμεν την αλλοτρίωσιν τηςευλογημένης εκκλησιολογίας όπως αύτη περιγράφεται ευθαρσώς εις τα κείμενα της ιστορίας μας. Δεν θα επιτρέψωμεν τηνσυγκατάβασιν, την οικονομίαν, την ευγένειαν, τας μερικάς φιλόφρονας υποχωρήσεις, τας ενεργείας του περασμένου αιώνος, ειςτας οποίας ατυχώς προέβησάν τινες των προ ημών, με όνειρον μίαν ενότητα, μακράν, όμως, της αυθεντικής και παλαιάςεκκλησιολογία’’, όπως είπε σε ομιλία του την Παρασκευή 11 Ιουνίου, ημέρα της εορτής του, η Α.Θ.Π. ο ΟικουμενικόςΠατριάρχης κ. Βαρθολομαίος. Πρεσβύτερος Ηρακλής Φίλιος (Βαλκανιολόγος, Θεολόγος) Κληρικός Ι.Μ. Σταγών & Μετεώρων
Υπάρχει το φως; Υπάρχει το σκοτάδι; Αν υπάρχουν και τα δύο ποια είναι η αρχή; Είναι το φως; Είναι το σκοτάδι; Ηγνωσιολογική θεώρηση των θεμάτων αυτών απασχόλησε και απασχολεί. Έχει σημασία; Είναι η ουσία των πραγμάτων ήθεωρητικές φιλοσοφικές αναζητήσεις; Ο Χριστός στο ευαγγέλιο της Κυριακής του Τυφλού θεραπεύει έναν εκ γενετής τυφλό (Ιω. 9, 1-38). Γεννήθηκε τυφλός; Γεννήθηκε έχοντας το φως και το έχασε αργότερα; Φταίει κάποιος που υπήρξε τυφλός αυτός ο άνθρωπος; Ο ίδιος; Οι γονείς του; Οι αμαρτίες τους; Σημασία έχει πως αυτός ο άνθρωπος βίωνε μία τραγική κατάσταση. Δεν είχε το φως του, επομένως δενμπορούσε να θαυμάσει με τα μάτια του σώματος τα θαυμαστά έργα του Θεού. Εν τέλει, αλήθεια, είναι μία μόνιμη κατάστασηαυτή της τυφλότητας; Το φως. Το σκοτάδι. Ποια είναι η αρχή των όντων; Το φως είναι η αρχή; Αν είναι η αρχή το φως, το σκοτάδι πώς προκύπτει; Μήπως είναι το σκοτάδι η αρχή; Αν το σκοτάδι είναι η αρχή, τότε αυτό έρχεται σε αντίθεση με την αγαθή δημιουργία τωνπάντων από τον Θεό. Ο άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός στο έργο του ‘’Κατά Μανιχαίων διάλογος’’ ξεκινάει με μία φιλοσοφικήσυζήτηση που έχει πολύ βάθος. Δεν ξεκινάει με θεολογικά λόγια, αλλά διεισδύει σε μία γνωσιολογική θεώρηση των πραγμάτωνπου είναι ελληνική. Το ζήτημα της αρχής τίθεται στις πρώτες γραμμές του έργου. Στον διάλογο που εκτυλίσσεται ο Ορθόδοξος(Ιωάννης Δαμασκηνός) συζητάει με έναν Μανιχαίο. Φυσικά, ο Μανιχαίος δέχεται δύο αρχές, την αγαθή και την κακή. Πόσεςαρχές υπάρχουν πραγματικά; Η αυθεντικότητα έγκειται στην δημιουργικότητα και η δημιουργικότητα ως εκστατική λειτουργία του Θεού σημαίνει τηναγαθότητα. Δεν μπορεί ο Θεός να δημιουργεί αγαθό τον κόσμο και κακό. Δεν χωράει δυιλισμός εκεί. Ο Μανιχαίος ισχυρίζεταιδύο αρχές, τον αγαθό Θεό και την κακή ύλη. Γνωρίσουμε όμως από τον άγιο Διονύσιο Αρεοπαγίτη και τον όσιο ΜάξιμοΟμολογητή πως το κακό είναι ‘’παρυπόσταση’’. Δεν έχει δική του υπόσταση, υπάρχει ως αλλοίωση της όντως καλής υπόστασηςκάποιου αγαθού. Για παράδειγμά, το σκοτάδι υπάρχει επειδή δεν υπάρχει φως. Δεν είναι η αρχή το σκοτάδι. Η αρχή είναι το φως. Το σκοτάδι είναι η έλλειψη του φωτός. Λειτουργεί ως παρυπόσταση. Οι δυαρχικοί το θεωρούν όμως ως ον με ιδιαίτερηυπόσταση. Το γεγονός ότι υφίσταται με αφαιρετική έννοια, δεν σημαίνει πως αποτελεί αρχή. Υπό την έννοια αυτή το σκοτάδιδηλώνει την έλλειψη. Αν το σκοτάδι δηλώνει την έλλειψη και αποτελεί αρχή, τότε ο αγαθός Θεός δημιούργησε ελλείψεις; Ταβλέπουμε και στον και στην σκέψη του αγίου Γρηγορίου Νύσσης αυτά που αναφέρεται στο αφύσικο του θανάτου. Το ζήτημα μας είναι ο τυφλός. Ένας άνθρωπος που δεν είχε την δυνατότητα μέσα από την αίσθηση αυτή να αποκτήσει και τηνανάλογη εμπειρία. Ο Χριστός τον θεραπεύει. Χωρίς λόγια όμως. Δεν κάνει μαγικά ο Χριστός, όπως πολλοί χριστιανοίπροκαλούν τον Θεό και απαιτούν θαύματα μέσα στην Εκκλησία στις μέρες μας για να μην κολλήσουν τον ιό της πανδημίας. ΟΧριστός συνάπτει σχέση με τον τυφλό. Χρησιμοποιεί λόγο και πράξη. Τον αγγίζει, το Σώμα του Χριστού έρχεται σε επαφή με τοανθρώπινο σώμα και τον γιατρεύει, αλείφοντας στα μάτια του τον πηλό που έπλασε. Βέβαια, ο Χριστός σκανδαλίζει. Και είναι τόσο περίεργο, όμως η ιστορία κάνει κύκλους. Θεραπεύει το Σάββατο. Μήπως σήμεραμέσα στην Εκκλησία δεν δίνουμε προτεραιότητα πολλές φορές στην ημέρα παρά στο πρόσωπο; Στο μέσο παρά στην ουσία; Καιφτάνουμε σ’ έναν τυφλό που θεολογεί, χωρίς να έχει διαβάσει, να έχει δει και να πιστέψει βλέποντας. Ο τυφλός θεολογεί αφούγιατρεύεται μέσα σε λίγα λεπτά. Πού γνώρισε να θεολογεί; Και τι σημαίνει θεολόγος; Αυτός που γνωρίζει τους Πατέρες; Αυτόςπου διαβάζει πολύ; Μήπως αυτός που αποκτάει σχέση με τον Θεό και έχει εμπειρία Θεού; Σίγουρα η θεολογία δεν είναιπρονόμιο λίγων ανθρώπων. Ο τυφλός ρίχνει άπλετο φως στον σκοταδισμό όσων πιστεύουμε μέσα στην Εκκλησία πωςθεολογούμε. Η θεολογία είναι σχέση, κοινωνία, εμπειρία. Την έχει οποιοσδήποτε ριχθεί στη διαδικασία της αναλογικής επαφήςμε τον Θεό. Ο τυφλός θεολογεί. Η αυθεντικότητα του τυφλού δεν βασίζεται στην αίσθηση του σώματος. Δεν τον βεβαιώνει για τον Χριστό τοσώμα του, τα μάτια του. Τον βεβαιώνει μία αίσθηση, η βεβαίωση που υπάρχει μέσα του, αυτό που είναι έτοιμο να ομολογήσειαργότερα για τον Υιό του Θεού, ο τρόπος με τον οποίο ο τυφλός μετέχει στο πρόσωπο του Θεού. Και όταν οι Φαρισαίοι του λένεπως ο Θεός μίλησε στον Μωυσή και δεν γνωρίζουν από πού είναι ο Χριστός, εκείνος τους απαντά με θεολογικό τρόπο: ‘’Αυτόακριβώς είναι το εκπληκτικό, εσείς δεν ξέρετε από πού είναι και όμως μου άνοιξε τα μάτια. Ξέρουμε δε ότι τους αμαρτωλούς οΘεός δεν τους ακούει, αλλ’ εάν κανείς είναι θεοσεβής και κάνει το θέλημα του, εκείνον ακούει. Ποτέ πριν δεν ακούστηκε ότιάνοιξε κάποιος τα μάτια τυφλού εκ γενετής. Εάν ο άνθρωπος αυτός δεν ήταν από τον Θεό, δεν θα μπορούσε να κάνει τίποτε’’ (Ιω. 9, 30-34) και οι Φαρισαίοι ως γνήσιοι υποκριτές του λένε ‘’εσύ γεννήθηκες ολόκληρος μέσα στην αμαρτία και μαςδιδάσκεις;’’ (Ιω. 9, 34). Η του Θεού θεωρία (όχι όπως σημαίνεται ο όρος στον νεοπλατωνισμό από τον οποίο προέρχεται) είναι έκδηλη στον τυφλό. Οτυφλός δεν έχει ανάγκη την λειτουργία των ματιών, του νου, αλλά βιώνει τον Θεό με μυστική εμπειρική γνώση (όπωςχρησιμοποιεί τον όρο ο Γρηγόριος Νύσσης). Ο τυφλός καταφέρνει αυτό που περιγράφει ο Νύσσης, τον χωρισμό από την‘’σύζυγο αίσθηση’’, την απομάκρυνση από κάθε έννοια που συλλαμβάνεται σχετικά με τον Θεό με την βοήθεια των αισθήσεων. Η πίστη του τυφλού τον βεβαιώνει για τον Υιό του Θεού, αλλά προηγείται η σχέση που δημιουργεί με τον Χριστό. Η σχέσηβεβαιώνει. Και η σχέση έχει πάντα πρόσωπα. Μέσα στην Εκκλησία αγνοούμε κάτι πολύ βασικό. Πως ακόμη και οι τυφλοί και οιαναρχικοί και οι άθεοι με τον τρόπο τους θεολογούν. Αυτόν τον τρόπο ως εκκλησιαζόμενοι τον αγνοούμε. Βλέπετε, η αφαιρετική(ακόμη και στην προσέγγιση της ύπαρξης του Θεού) πώς γίνεται ισχυρή κατάφαση στο πρόσωπο του Θεού; Πρεσβύτερος Ηρακλής Φίλιος (Βαλκανιολόγος, Θεολόγος) Κληρικός Ι.Μ. Σταγών & Μετεώρων
Η πανδημία ταλαιπωρεί την ανθρωπότητα και ο άνθρωπος ταλαιπωρεί τον συνάνθρωπο του. Δεν είναι απαραίτητο να υφίσταται ομοφωνία μέσα στην Εκκλησία, είναι απαραίτητη όμως η ταπείνωση δια της υπακοής και εμπιστοσύνης στη φωνή της Συνόδου, φωνή συλλογικής φύσεως. Κι αν ο Χριστός φορούσε μάσκα; Δεν θα μπορούσε να συμβεί κάτι […]