Του π. Ηρακλή Φίλιου (Βαλκανιολόγου, Θεολόγου) Κληρικού της Ι.Μ. Σταγών & Μετεώρων Δεν είναι λίγες οι πρωτοβουλίες που έχει αναλάβει η Α.Θ.Π., ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος από τη στιγμή πουο Θεός του εμπιστεύτηκε τον Πατριαρχικό Θρόνο. Μία από αυτές αφορά την πρωτοβουλία του ιδίου να αναθέσει τον Ιούνιο του2017 σε μία ειδική επιτροπή Θεολόγων την σύνταξη ενός επίσημου κειμένου που θα αναφέρεται στην κοινωνική διδασκαλία τηςΕκκλησίας, ιδίως όπως αυτή πραγματώνεται στη δικαιοδοσία και διασπορά του Οικουμενικού Πατριαρχείου.  Το κείμενο αυτό σεσφιχταγκάλιασμα με την μακραίωνη παράδοση της Εκκλησίας, έθεσε υπόψη του τα κείμενα και τις αποφάσεις της Αγίας καιΜεγάλης Συνόδου που πραγματοποιήθηκε στην Κρήτη τον Ιούνιο του 2016. Μεταξύ των μελών της θεολογικής επιτροπής είναι ο Αρχιδιάκονος του Οικουμενικού Θρόνου και Θεολογικός Σύμβουλος τουΟικουμενικού Πατριάρχη, π. Ιωάννης Χρυσαυγής, ο καθηγητής στο Ινστιτούτο Προχωρημένων Σπουδών στο Πανεπιστήμιο τουNotre Dame, David Bentley Hart, ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Fordham, Αριστοτέλης Παπανικολάου, ο καθηγητήςΘεολογικής Σχολής Τιμίου Σταυρού, Δημήτριος Σκέδρος, ο ομότιμος καθηγητής Κωνσταντίνος Δεληκωσταντής, ο καθηγητήςστο Α.Π.Θ. Θεόδωρος Γιάγκου και άλλοι καταξιωμένοι πανεπιστημιακοί.  Το κείμενο με τον τίτλο ‘’Ὑπέρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς – Το κοινωνικό ήθος της Ορθόδοξης Εκκλησίας’’ (https://www.goarch.org/social-ethos), το οποίο γράφτηκε στην αγγλική και μεταφράστηκε στην ελληνική (καθώς και σεπολλές άλλες γλώσσες), δεν αποτελεί απλά μία έκθεση της κοινωνικής διδασκαλίας της Εκκλησίας, αλλά ‘’προσφέρει τιςπαραμέτρους και τις κατευθυντήριες αρχές για την κοινωνική αποστολή των Ορθοδόξων Εκκλησιών ενώπιον των προκλήσεωνκαι των προοπτικών του σημερινού κόσμου’’[1], όπως σημειώνεται στον πρόλογο του. Και είναι τόσο σημαντικό το εγχείρημααυτό, αφού ο ίδιος ο Οικουμενικός Πατριάρχης, στη Θρονική Εορτή στο Φανάρι στις 30 Νοεμβρίου 2020, σημείωνεαπευθυνόμενος προς την Αντιπροσωπεία της Εκκλησίας της Ρώμης, σχετικά με τα ηθικά και ανθρωπολογικά προβλήματα ταεξής: ‘’Προφανέστατα, δέν ἐπιτρέπεται ἡ ἔκπτωσις τοῦ πλουραλισμού εἰς ἀξιολογικόν μηδενισμόν, ὁ ὁποῖος ἀπειλεῖ μεγάλωςτήν κοινωνικήν συνοχήν, νά ὁδηγήσῃ καί εἰς διάσπασιν τῆς χριστιανικῆς ταυτότητος καί διάστασιν εἰς τήν ἐκκλησιαστικήνζωήν. Δέν εἶναι δυνατόν νά ἀποδεχθῇ ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ «παραλλήλους μονολόγους» καί «συγκατοίκησιν τῶνἀντιθέτων» εἰς τούς κόλπους της, οὔτε νά προσαρμόσῃ τάς θεοπνεύστους ἠθικάς καί ἀνθρωπολογικάς ἀρχάς της εἰς τάς«ἐναλλακτικάς ἐπιλογάς» τοῦ συγχρόνου ἐκκοσμικευμένου πολιτισμοῦ. Ἡ ἰδία ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας ἀποτελεῖ ἀκατάλυτονἀπάντησιν εἰς τά ἐρωτήματα τῆς ἀνθρωπολογίας καί τοῦ ἤθους’’[2]. Δεν μπορούμε να ψηλαφίσουμε το κείμενο χωρίς τον εμπνευστή του. Έχουμε συνηθίσει τον Οικουμενικό Πατριάρχη ναπροηγείται όσων ακολουθούν, αφού με διεισδυτική ματιά, οξυδέρκεια και ρηξικέλευθο τρόπο εισέρχεται στους λόγους και στουςτρόπους όσων διαδραματίζονται στην παγκόσμια κοινότητα, δίνοντας παράλληλα σε κάθε σημαινόμενο την  προοπτική του διάτης χαρισματικής οδού. Εξάλλου, τι μπορεί να περιμένει κανείς από ένα γνήσιο πνευματικό τέκνο μιας σπουδαίαςπροσωπικότητας, εκείνης του Μακαριστού Μητροπολίτου Χαλκηδόνος κυρού Μελίτωνα Χατζή; Ο Οικουμενικός Πατριάρχηςαρνείται να συμμετέχει σε αυτό που συνιστούσε προς αποφυγή ο ίδιος ο Μακαριστός: ‘’Ὑποκρινόμενοι τὴν χθές, ἀπουσιάζομενἀπὸ τὴν σήμερον καὶ ἡ αὔριον ἔρχεται ἄνευ ἡμῶν’’[3]. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης ως ακραιφνής ιθυπόρος της ιστορίας, μετην πρωτοβουλία του αυτή δεν αφήνει καμία αμφισβήτηση πως η Εκκλησία απουσιάζει από την σύγχρονη παγκόσμιαπραγματικότητα. Άλλο ένα ιστορικό ‘’παρόν’’ του Οικουμενική Πατριάρχη που με την προσωπικότητα του εμπνέει και θασυνεχίσει να εμπνέει για πολλά χρόνια, πατώντας στα βήματα των αγίων Προκατόχων του και βλέποντας την διακονία τηςΕκκλησίας έξω στον κόσμο, στην κοινωνία και όχι απολογούμενη και απομονωμένη εντός των τειχών της.  Το κείμενο περί της κοινωνικής διδασκαλίας της Εκκλησίας δείχνει να κατανοεί σωστά τον κόσμο. Ξεκινάει βέβαια από μία πολύσημαντική παράμετρο. ‘’Καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἐν τῷ κόσμῳ, καὶ οὗτοι ἐν τῷ κόσμῳ εἰσί’’[4]. Δεν είναι δυνατόν να περιμένεικανείς έτοιμες λύσεις και μαγικές συνταγές, έτσι ώστε να αντιμετωπιστούν τα κοινωνικά προβλήματα του κόσμου τούτου. Τοκείμενο δείχνει τον δρόμο. Έχει αφετηρία, μέση και τέλος. Το τέλος του σηματοδοτεί την έναρξη της προσωπικής ευθύνης καιδράσης του κάθε ανθρώπου απέναντι στα πράγματα. Είναι ένα κείμενο που εστιάζει σε χρόνια κοινωνικά προβλήματα, αλλάστέκεται και με παρρησία απέναντι στις νέες προκλήσεις της εποχής, απ’ όπου κι αν αυτές προέρχονται. Όχι όμως για ναεπιβεβαιώσει την αλήθεια του εκκλησιαστικού λόγου, αλλά για να ξεκινήσει την μεταμόρφωση του κόσμου της πτώσης.  Είναι σημαντικό το γεγονός πως το κείμενο δεν αγνοεί τις προκλήσεις του πλουραλισμού και της παγκοσμιοποίησης. Ειδάλλως, θα εγκλώβιζε σε ένα αυστηρά μουσειακό έκθεμα τον λόγο μαρτυρίας του ευαγγελίου, των Πατέρων και τη ζωή της ιεράςπαράδοσης. Οι συντάκτες του κειμένου με δυναμικό τρόπο ξεριζώνουν το εξιδανικευμένο και μουσειακό παρελθόν με τηνστατική του αδυναμία και με ευχαριστιακό τρόπο ξεδιπλώνουν κάθε πτυχή της κοινωνικής ζωής και έκφρασης υπό το πρίσμα της‘’αλήθειας των μελλόντων’’, όπως θα συνηγορούσε προς κάτι τέτοιο ο άγιος Μάξιμος Ομολογητής[5]. Δεν αναλώνεται σεευχολόγια το κείμενο και δεν χειροκροτεί τον άνθρωπο όσα κι αν καταφέρει διά της τεχνολογικής προόδου.  Ξεκινάει υπενθυμίζοντας, ίσως κάτι που μπορεί να αποτελέσει την λύση στα σύγχρονα κοινωνικά αδιέξοδα. Υπενθυμίζει πως οάνθρωπος πλάστηκε κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση Θεού[6] και όπως σημειώνεται στις πρώτες σειρές του κειμένου‘’δημιουργηθήκαμε για μία κοινωνία αγάπης’’[7]. Αυτό ο αναγνώστης οφείλει να το έχει πάντοτε στο νου καθώς ερευνά τιςεπόμενες ενότητες. Ας έχουμε στο νου μας κάτι που αναφέρεται στο κείμενο∙ η Βασιλεία του Θεού δεν προέρχεται από τονκόσμο τούτο[8]. Η ευαγγελική αυτή θέση είναι απαραίτητη για την κατανόηση των προβλημάτων που αναδύονται στην κόσμομας, έναν κόσμο με εμφανή την έλλειψη δικαιοσύνης. Αυτό διατρανώνεται στο κείμενο. Όμως δεν εξορκίζεται ο κόσμος και κάθετι που υπάρχει μέσα στον κόσμο της πτώσης και της φθοράς. Η θεολογική επιτροπή φρόντισε να τοποθετήσει την ορθόδοξημαρτυρία σε κάθε κοινωνική πτυχή του κόσμου τούτου. Δεν είναι περιγραφικό το κείμενο και δεν εκθέτει ιδέες. Εισέρχεται στηνκτίση ολάκερη, διαμορφώνοντας μέσα από τον λόγο της Εκκλησίας μεταμορφωτικές αξίες και δομές μιας κοινωνίας δικαιοσύνης, σεβασμού και ισότητας.  Αξίζει να αναφερθεί πως το κείμενο στις σελίδες του ασχολείται με τόλμη και θεολογική ακροβασία, πολλές φορές, μεπολυποίκιλα και πολυσήμαντα κοινωνικά ζητήματα, όπως η σεξουαλική κακοποίηση των παιδιών, η δουλεία, η παιδική εργασία, ο γάμος και η αγαμία, η αυτοχειρία, η ευθανασία, η φτώχεια, ο πλούτος, η αστική δικαιοσύνη, η τοκογλυφία, ο πόλεμος, ηειρήνη, η βία, η θανατική ποινή, η σχέση της Ορθόδοξης Εκκλησίας με άλλες θρησκείες του κόσμου, τα ανθρώπινα δικαιώματα, η επιστήμη, η τεχνολογία, το οικολογικό πρόβλημα. Η θεολογική επιτροπή δεν αναλώνεται σε μία στείρα ηθική διδασκαλία. Εξάλλου, κάτι τέτοιο δεν θα είχε αντίκρισμα στα φλέγοντα κοινωνικά προβλήματα που αναζητούν λύσεις. Επίσης, δεν γενικεύειτα πράγματα, αλλά με πίστη και τόλμη εστιάζει σε κάθε κοινωνικό πρόβλημα, αποφεύγοντας την ίδια στιγμή τον ευσεβισμό καιτις νομικίστικες διακηρύξεις. Το ορθόδοξο κοινωνικό ήθος βρίσκεται στη διδασκαλία του Χριστού. Αυτό τονίζεται στο κείμενο. Εκείνο που καταφέρνει το κείμενο είναι το ξεδίπλωμα των κοινωνικών προβλημάτων, η έρευνα όλων των πτυχών τους και τουαντίκτυπου τους στον άνθρωπο, στην κοινωνία, στο περιβάλλον και η κατάθεση προτάσεων. Όσο περίπλοκα κι αν είναι τακοινωνικά θέματα, όσο κι αν η φύση τους δημιουργεί ηθικά διλήμματα, το κείμενο αρνούμενο να ευχηθεί την λύση τωνπροβλημάτων,  δίνει συγκεκριμένους δρόμους που θα οδηγήσουν στην λύση των ζητημάτων που ταλαιπωρούν τον άνθρωπο καιτην κοινωνία. Με γλώσσα ίσως λίγο περισσότερο επιστημονική, εκεί που απαιτείται, δεν διστάζει να βγάλει την Εκκλησία στονδημόσιο διάλογο. Η Εκκλησία δεν αποτελεί την αλεπού της ιστορίας[9], αλλά βγαίνει στο παζάρι, στις αγορές και στις πλατείες, στον φυσικό της χώρο, στον χώρο απ’ όπου ξεκίνησε τη δημόσια δράση της και ενθαρρύνει τον διάλογο. Το κείμενο δεν θυμίζει θεολογικά κείμενα που περιγράφουν και προτείνουν. Εξετάζει όλες τις παραμέτρους. Οι συντάκτες τουχρησιμοποιώντας θεολογική και επιστημονική, όπου χρειάζεται, γλώσσα, καταφέρνουν να εκθέσουν με περισσότεροαντικειμενικό τρόπο τα πράγματα. Έχουμε να κάνουμε με ένα τολμηρό κείμενο, που ξεφεύγει από τα στενά θεολογικά πλαίσια. Δεν δειλιάζει να αναμετρηθεί ακόμη και με τον θεολογικό λόγο και να ρισκάρει ταυτόχρονα με τις αντοχές του κόσμου. Γιαπαράδειγμα, στο ζήτημα της αυτοχειρίας, λαμβάνοντας υπόψη την ψυχική ασθένεια και την συναισθηματική ευθραυστότητα τωναυτοχείρων, σημειώνεται στο κείμενο πως ‘’η χριστιανική αγάπη υπαγορεύει ότι δεν θα πρέπει να αποκλειστεί κατ’ αρχήν ηπλήρης εξόδιος ακολουθία και η εκκλησιαστική ταφή για τον άνθρωπο εκείνο, ο οποίος αφαίρεσε τη ζωή του’’[10]. Στο ζήτημαεπίσης της θανατικής ποινής, το κείμενο προβάλλει τη συγχώρηση και τη συμφιλίωση, με πατερικές αναφορές. Παράλληλα, ηΕκκλησία δεν αρκείται σε μία απλή διαπίστωση, αλλά ‘’παραπέμπει στην ευθύνη όλων των κυβερνήσεων την περιστολή βίας μεκάθε τρόπο’’.  Στέκομαι σε δύο ακόμη παραδείγματα. Το ένα αφορά τον διαθρησκειακό διάλογο και τις σχέσεις της Ορθόδοξης Εκκλησίας μεάλλες θρησκείες. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο ήταν που ξεκίνησε το άνοιγμα στον κόσμο, κατά το πρότυπο της Α’ ΑποστολικήςΣυνόδου (49 μ.Χ.). Οι πρωτοβουλίες του Οικουμενικού Πατριάρχη κινούνται με δυναμικό τρόπο προς μία τέτοια κατεύθυνση. ΤοΠατριαρχείο δεν φοβήθηκε να έρθει σε διάλογο με τον άνθρωπο κάθε εποχής, κοινωνίας, θρησκείας, αλλά εξακολουθεί νασυνδιαλέγεται τόσο με τις υπόλοιπες χριστιανικές Εκκλησίες, όσο και με τις θρησκείες της υφηλίου, με επίγνωση, την ίδιαστιγμή, της πραγματικότητας. Όπως σημειώνεται μάλιστα στο κείμενο, παρά τους διαλόγους ‘’αυτό, ασφαλώς, δεν σημαίνει ότιαρνούμαστε την ύπαρξη πολλών και ασυμβίβαστων διαφορών’’[11]. Το δεύτερο παράδειγμα βρίσκεται στο τελευταίο κεφάλαιοτου κειμένου και αναφέρεται στην επιστήμη. Το κείμενο δεν αρνείται την πρόοδο της επιστήμης και εκλαμβάνει τα λαμπράεπιτεύγματα της ανθρώπινης δημιουργικότητας ως ‘’ιδιαίτερα πολύτιμα δώρα τα οποία προέρχονται από τον Θεό’’[12]. ΗΕκκλησία διαχωρίζει τη θέση της και στέκεται απέναντι στην επιστήμη, εκεί όπου προκύπτει ηθικό ζήτημα.  Μην περιμένει κανείς πως με την ανάγνωση του κειμένου θα βρει ηθικές επιταγές που θα δικαιολογήσουν την ανοχή στην ενοχή. Πρόκληση είναι η προσωπική τοποθέτηση μας απέναντι στα παραπάνω, μετά την ανάγνωση του κειμένου. Και αλήθεια, ποια ηευθύνη μας έναντι όλων αυτών; Οι συντάκτες του κειμένου, έχοντας βαθιά γνώση της θεολογικής οδού και εμφορούμενοι μιαςάγιας ευαισθησίας που ερμηνεύει και μεταμορφώνει τα πράγματα, κατάφεραν να ανοίξουν τον δρόμο και να καταθέσουν καθαρέςπροτάσεις, προερχόμενες από τη ζωή της Εκκλησίας, μέσα από ξεκάθαρες τοποθετήσεις, χωρίς να πνίγουν τον αναγνώστη μεδιλήμματα και ευθύνες άλλων. Το κείμενο θεωρώ πως θα αποτελέσει ασφαλή πυξίδα, ώστε να ζήσουμε και να πορευτούμε σεέναν κόσμο όπου δεν είμαστε μόνοι. Σ’ έναν κόσμο με πολλά αδιέξοδα και κοινωνικά προβλήματα, τα οποία υφίστανται επειδή οάνθρωπος δεν αναφέρει την ύπαρξη του στον Θεό, ξεχνώντας ή αδιαφορώντας, την ίδια στιγμή, πως ο κόσμος στον οποίο ζούμεζητάει επιτακτικά την επάνοδο του στο αρχικό κάλλος. Οι συντάκτες του κειμένου με σεβασμό στον λόγο του Χριστού, των Πατέρων της Εκκλησίας και στην παράδοση της, προσφέρουν την λύση που έχει τις ρίζες της στο ‘’κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση’’. Πίστη που γεννά μία τεράστια ευθύνη. Τηνευθύνη του σύγχρονου ανθρώπου απέναντι στον Θεό, τον συνάνθρωπο του, το περιβάλλον. Κι όλα αυτά σε μία σχέσηευχαριστιακή με ήθος ασκητικό όπως τονίζεται στο κείμενο. Η θεολογία της Ορθόδοξης Ανατολής μπορεί να μυήσει στονάνθρωπο στα παραπάνω. Δεν είναι θέμα θέσεων. Είναι πολλά παραπάνω από έκθεση προτάσεων. Είναι η ίδια η ευχαριστιακήτης εμπειρία που γεννά τη βεβαιότητα πως ο κόσμος αυτός μπορεί να βιώσει με τρόπο εμπειρικό, τρόπο κοινωνίας την Βασιλείατου Θεού. Όχι με τρόπο ατομικό. Είναι δύσκολος ο δρόμος της ορθόδοξης θεολογίας. Δεν μπορεί να απέχει, μήτε να εξορκίζειτον έξω κόσμο. Χρειάζεται να συνομιλήσει μαζί του. Αλλιώς φοβούμαι πως θα συμβεί αυτό για το οποίο προειδοποιεί ο ΓέρωνΜητροπολίτης Περγάμου κ.κ. Ιωάννης Ζηζιούλας∙ η μετατροπή της σε ‘’γκέτο’’, έχοντας την ίδια τύχη κάθε ‘’σέκτας’’ στηνιστορία[13].  [1] Ὑπέρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς – Το κοινωνικό ήθος της Ορθόδοξης Εκκλησίας, Πρόλογος. [2] Χαιρετισμός τῆς Α.Θ.Π. τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου πρός τήν […]

Το ευαγγέλιο της Κυριακής έχει την αναφορά του στο ζήτημα αυτό. Ο Χριστός αναφέρεται στην παραβολή των ταλάντων (Ματθ. 25, 14-30). Με λίγα λόγια κάποιος που έφυγε σε ταξίδι έδωσε σε τρεις ανθρώπους τάλαντα. Άλλος είχε πέντε τάλαντα και κέρδισε άλλα πέντε, άλλος δύο και κέρδισε άλλα δύο και ο […]

Στην υλοποίηση του Γ’ Κύκλου των εξ αποστάσεως (e-learning) δωρεάν εκπαιδευτικών προγραμμάτων για κληρικούς, λαϊκά στελέχη της Εκκλησίας και κάθε ενδιαφερόμενο, προχωρεί το Ιδρυμα Ποιμαντικής Επιμορφώσεως (Ι.Π.Ε.) της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών (Ι.Α.Α.). Η προθεσμία για τις αιτήσεις συμμετοχής στα προγράμματα, τα οποία θα υλοποιηθούν σε 12 περιφέρειες της χώρας, λήγει […]

Πόσες γιορτές έχουν περάσει; Πόσες μορφές αγίων παρελαύνουν σε κάθε εορταστικό κύκλο; Λόγοι, νοήματα, περιεχόμενα καισυσχετισμοί σε μία εποχή που αρνείται να αντιληφθεί το γεγονός της οποιασδήποτε σάρκωσης ενός λόγου με περιεχόμενοαγιοσύνης.  Έχω την αίσθηση πως αν οι Πατέρες κατέβαιναν από τις αγιογραφίες της κόγχης, του κυρίως ναού, των κιόνων, θα ζητούσανεπιτακτικά την επάνοδο τους στο αρχικό κάλλος. Πού να κατέβει ο Μ. Βασίλειος από την κόγχη του Βήματος; Για να νιώσει τοενοχικό σκούντημα ανυποψίαστων χριστιανών που κατέστησαν σύγχρονοι αιρετικοί, ειδωλοποιώντας μορφές και εξαίροντας τονφόβο και τον τρόμο στη θέση της αντοχής και των θεολογικών ακροβασιών, όπως θα ‘λεγε ο Γρηγόριος Θεολόγος; Γιατί νααφήσει τη θέση του ο Ιερός Χρυσόστομος; Για να λάβει τη θέση του ένας ακόμη γέροντας – θρησκευτικός γκουρού – προφητολόγος που χειροκροτείται από την ανερυθρίαστη καταθλιπτική μανία ανέραστων χριστιανών που κατήργησαν τη ζωήτου θαύματος και της ελπίδας; Γιατί οι Πατέρες να αφήσουν την άνεση μιας άλλης βιοτής; Μήπως έχουν σκοπό οι θιασώτες τουαδυσώπητου νόμου και του επίσημου ηθικισμού να δεχτούν τσαλακωμένους και ανένταχτους;  Εξάλλου, αν οι Πατέρες άφηναν για λίγο τη θέση που τους έχει κατατάξει, μέσα στον εκκλησιαστικό χώρο, η συνείδηση τουεκκλησιαστικού σώματος, πολύ φοβάμαι πως οι χειροκροτητές τους και βασανιστές αλλότριων συνειδήσεων θα τους καλούσανεπιτακτικά να εισχωρήσουν σε μία ακόμη ευλαβή θρησκευτική οργάνωση, αδελφότητα, σωματείο (αποκομμένου από τηνεπισκοπική πατρότητα και μητροπολιτική αλήθεια), η οποία ενθαρρύνει τον φανατισμό  με ακαλλιέργητο γνήσιο εκκλησιαστικόήθος. Αυτά δεν αντέχονται. Τέτοια θα συναντούσαν οι Πατέρες και θα έφριτταν με τις βασανιστικές κακεντρέχειες τωνοποιονδήποτε ευλαβών και φρονίμων που ποτέ τους δεν έμαθαν παρά να περιεργάζονται ακόμη δολιότερες μορφές θρησκευτικέςυποκρισίας.  Αμφιβάλλω αν όλα αυτά αποτελούν πτυχές ενός σοβαρού μελετητή των Πατέρων και των συγγραμμάτων τους. Δεν είναι παίξεγέλασε να ακροβατείς μεταξύ αμφιβολίας, στοχασμού και αλήθειας. Είναι λεπτά τα όρια. Οι σχέσεις αντίθετες. Αν μελετήσεικανείς τους Πατέρες θα διαπιστώσει την ευλάβεια τους απέναντι στο μυστήριο του Θεού, της ζωής, του ανθρώπου, ολάκερης τηςκτίσης. Αλλά, παράλληλα, θα αντιληφθεί και τη σοβαρότητα με την οποία οι Πατέρες αντιμετωπίζουν κάθε μεταφυσική αγωνία. Οι Πατέρες δεν είναι μόνο αντιαιρετικοί λόγοι, διαμάχες, ομολογία πίστεως και καταδίκες. Ο πατερικός λόγος φημίζεται για τησοβαρότητα του. Κι έτσι είναι. Διεισδύει στα μύχια της ανθρώπινης ύπαρξης, αναδεικνύει το πολυδιάστατο και ταυτόχροναενιαίο του ανθρωπίνου προσώπου, καταφάσκει στον μεταφυσικό οπτιμισμό του επίκαιρου ανθρωπίνου στοχασμού. Λόγος πουτσακίζει την πλεονεξία, την συνειδητή επιμονή στην αμαρτία, την κατάκριση, την καταδίκη του άλλου, το ειδεχθές τηςανθρώπινης παρουσίας σε ζωές, συνειδήσεις. Αρκεί ένας Μ. Βασίλειος για να κατανοηθεί η κοινωνική δικαιοσύνη κι έναςΜάξιμος Ομολογητής για να ξεκινήσει ο άνθρωπος την ασκητική της αγάπης. Μέχρι να έρθει ένας Γρηγόριος Νύσσης και νααπογειωθεί στα ουράνια το γεγονός της σωτηρίας. Αν ο Μ. Αθανάσιος και ο Κύριλλος Αλεξανδρείας , που γιορτάζουμε σήμερα, κατάφεραν σπουδαία πράγματα είναι γιατί μέσα από την υπεράσπιση του προσώπου του Θεανθρώπου και της Θεοτόκουενέταξαν την κατάφαση του Θεού στην ανθρωπινότητα και δη σωματικότητα.  Από την άλλη, εκτός της περιοχής και των ορίων των Πατέρων, ο γεροντισμός αποτελεί αίρεση. Δεν υφίσταται πιο λυσσαλέαεπιδίωξη από την επιβολή στο ανθρώπινο πρόσωπο και την ειδωλική εικόνα ανθρώπων με σάρκα κι αίμα. Αυτή η τάσηδημιουργίας οπαδών καθώς και η τάση των οπαδών που ειδωλοποιούν τον δικό τους γέροντα (κάνοντας κακό πολλές φορές σεάγιες μορφές γερόντων), αποβαίνει καταστροφική όταν ο Χριστός παραγκωνίζεται. Η απόλυτη απογύμνωση της ανθρώπινηςελευθερίας και ο κορεσμός της ανθρώπινης αξιοπρέπειας από δουλικές κραυγές αυτοερωτισμού. Αυτή η τρομακτικήωραιοπάθεια που κατηγορεί την ευσέβεια για την αμαρτία της σιωπής και της πραότητας, αρνείται να δεχτεί την υπακοή στονΕπίσκοπο. Πόσο δε μάλλον να αναπαυτεί στην πατρότητα του επισκοπικού προσώπου. Έτσι, δημιουργεί δικά της καταστατικάκαι κινείται σε αχαρτογράφητα θεολογικά νοήματα. Οι Πατέρες όχι μόνο απουσιάζουν από τη σύγχρονη εποχή, αλλά κι επιλέγονται κατά το δοκούν. Στη σύγχρονη αντίληψη, οιθέσεις έγιναν αντιθέσεις και οι συνθέσεις αποσύνθεσαν το νόημα της γιορτής. Εκείνης της ιεράς πανήγυρης που με ανεπτυγμένατα πνευματικά της αισθητήρια κρατάει από τον καρπό το ανθρώπινο χέρι, δίνοντας ελπίδα κι ανάσταση. Κατά τέτοιο τρόποβαδίζουν οι Πατέρες. Και σήμερα αυτό θα έπρατταν. Θα έβγαιναν στην κοινωνία και θα καλλώπιζαν μεταμορφωτικά τηνασχήμια. Γνωρίζοντας τον τρόπο. Ενδύοντας τον μόχθο. Καλλιτεχνώντας τους ήχους της κοινωνίας, τις μορφές των απρόσωπωνσκιών. Ειδάλλως, αν αντιλαμβανόμαστε αλλιώς τους Πατέρες, όπως λέει και η Μιρέλα Πάσχου ‘’εγώ να λέω μίλα ρε, κ αυτός ναλέει Μιρέλα’’. Πρεσβύτερος Ηρακλής Φίλιος (Βαλκανιολόγος, Θεολόγος) Κληρικός Ι.Μ. Σταγών & Μετεώρων

Γρηγόριος Νύσσης (335/40 – 394). Αδελφός του Μ. Βασιλείου και της αγίας Μακρίνας. Καππαδόκης Πατέρας μαζί με τον Μ. Βασίλειο και τον Γρηγόριο Θεολόγο. Είχε σπουδάσει την ελληνική παιδεία, επηρεάστηκε από την αριστοτελική, πλατωνική και στωική φιλοσοφία. Δεν έκρυψε ποτέ την αγάπη του για την φιλοσοφία κι αυτό το πέρασε […]